Quantcast

http://picasion.com/
http://picasion.com/

Ατό κανείς κι ανέγνωσεν…

Γράφει ο Στέλιος Τσακαλίδης
«Έναν πουλίν, καλόν πουλίν, εβγαίν΄από την Πόλιν, ουδέ στ΄αμπέλια κόνεψεν, ουδέ στα περιβόλια, επήγεν και-ν εκόνεψεν και σου Ηλί' τον κάστρον. Εσείξεν τ' έναν το φτερόν, σο αίμα βουτεμένον, εσείξεν τ' άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον, Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ’ ο μητροπολίτης…». «Και αλίμονο, πώς να το διαβάσει ο μητροπολίτης, που τούτη τη φορά το γραμμένον το χαρτίν μας φέρνει την αδόκητη, την οδυνηρή είδηση του θανάτου του, της κοιμήσεως του μητροπολίτη Δράμας, κυρού Παύλου. 

Μη σπεύσετε να δυσανασχετήσετε με την αδόκιμη, την καθ’ υπερβολήν σύγκριση του θανάτου του επισκόπου Δράμας με την τραγική Άλωση της Βασιλεύουσας. Είναι αυτονόητο πως δεν εξομοιώνουμε τα δύο γεγονότα. Πώς είναι άλλωστε δυνατόν; Τηρουμένων όμως των αναλογιών θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως ο επώδυνος αυτός αποχωρισμός είναι σαν μια μικρή, σμικρυσμένη άλωση. 

Τέτοιες μικρές ή μεγαλύτερες αλώσεις, λανθάνουσες ή καταφανείς, περισσότερο ή λιγότερο καταστρεπτικές έχουν επισυμβεί πολλές στο σώμα του ελληνισμού κατά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία του. Ως τέτοια θα πρέπει να αντιληφθούμε την απώλεια μιας προσωπικότητας με το εκτόπισμα και τη χαρισματικότητα του μακαριστού αρχιερέως. Μια ακόμη πληγή στο σώμα του ελληνισμού. Ανεπούλωτη. 

Η φιλοπατρία του ήταν απαράμιλλη και οι τρόποι τους οποίους μετερχόταν για να την εξωτερικεύσει και να την υπηρετήσει ήταν αυτοί που διακρίνουν τους αληθινούς, τους αυθεντικούς πατριώτες από τους ψευδεπίγραφους που τόσο ταλανίζουν την πατρίδα διαχρονικά. Λίγοι Έλληνες υπήρξαν τόσο φιλέλληνες όσο ο μακαριστός Παύλος. 

Λίγοι ιεράρχες συναιρούσαν με τέτοια θαυμαστή αρμονία τη φλόγα ενός ενεργού και γόνιμου πατριωτισμού με την ευσέβεια και την πνευματικότητα της Ορθοδοξίας. Πώς μπορούμε να εξηγήσουμε την ιδιαίτερη αυτή φύση της προσωπικότητάς του; Σε ποια μονοπάτια του ιδιαίτερου παρελθόντος του θα πρέπει να ανατρέξουμε για να διερευνήσουμε επιτυχώς την αρμονική σύζευξη πατριωτικού και χριστιανικού ήθους που τον χαρακτήριζε; 

Αναμφισβήτητα στην ανατροφή που έλαβε κατά τα πρώτα παιδικά του χρόνια στη Βέροια και τη Νάουσα από τις Ποντίες γιαγιάδες του, τις Κρωμναίες και Αργυρουπολίτισσες, γυναίκες που γεννήθηκαν και ενηλικιώθηκαν στην πατρίδα, τον αλησμόνητο Πόντο. Μη σας κάνει εντύπωση η κατηγορηματικότητα του πορίσματος. 

Όποιος είχε την τύχη, την ευλογία… να ανατραφεί μέσα σε μια οικογένεια στην οποία κεντρική θέση καταλάμβανε η φυσιογνωμία μιας γυναίκας που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην ιστορική πατρίδα, τον Πόντο, και η οποία συγκέντρωνε όλα αυτά τα γνωρίσματα που συνθέτουν τον ιδιότυπο χαρακτήρα της Ποντίας γυναίκας, αδερφής, συζύγου, μητέρας, γιαγιάς θα επικροτούσαν ανενδοίαστα το συμπέρασμα που θέλει τον μακαριστό ιεράρχη Παύλο να ανδρώθηκε ως ανήρ άξιος, καλός και αγαθός, από μια ιδιοσύστατη θηλύτητα. 

Μια θηλύτητα που γεννήθηκε και καλλιεργήθηκε δια μέσου των αιώνων στον μικρασιατικό γεωγραφικό χώρο, ιδιαίτερα του Πόντου, και χαρακτηρίζεται από καρτερικότητα, τρυφερότητα, ευσέβεια, φιλοπονία, επιδεξιοσύνη, ευστροφία, γενναιότητα μα κυρίως από βαθύ και ανεπιφύλακτο ανθρωπισμό και ακέραιο χριστιανικό ήθος. 

Πλήρες, άψογο χριστιανικό ήθος. Άθικτο στο πέρασμα των αιώνων. Μην αμφιβάλλετε πως αυτές τις γυναίκες συνάντησε στον Πόντο ο Πρωτόκλητος Ανδρέας, αυτές ήταν οι πρώτες προσήλυτες και στη δική τους εύφορη και γενναιόδωρη καρδιά φυτεύθηκε ο σπόρος του Ευαγγελίου και θέριεψε το δέντρο του χριστιανισμού, σιμά στο δέντρο του ελληνισμού, και άπλωσε τα κλαδιά του. 

Αυτές οι γυναίκες γαλούχησαν γενιές και γενιές αγίων, οσίων, ιερωμένων, μοναχών και πιστών στα νάματα της Ορθοδοξίας. Αυτού του δέντρου αειθαλές και εύρωστο κλαδί ήταν ο εκλιπών μητροπολίτης. Αυτών των γυναικών και του ιδιαίτερου παιδαγωγικού ήθους τους, κληρονόμος και εκφραστής ήταν ο μακαριστός αρχιερέας. 

Οι Κρωμναίες και Αργυρουπολίτισσες γιαγιάδες και το περιβάλλον τους στάθηκαν οι αειφόροι τροφοί του άξιου εκκλησιαστικού ανδρός. Οι μνήμες της πατρίδας, οι ατέλειωτες διηγήσεις, ποτισμένες με τη νοσταλγία και την τραγωδία του Πόντου, οι σπαρακτικές αναμνήσεις του ξεριζωμού, η αφοσίωση στη λειτουργική ζωή της εκκλησίας, οι αφηγούμενοι βίοι των αγίων και οσίων του αγιοτόκου και αγιοτρόφου Πόντου, της Καππαδοκίας, της Μικρασίας, η τήρηση των πλούσιων πολιτιστικών εθίμων του Πόντου ζυμωμένων πάντα με τη ζωή της εκκλησίας. 

Οι ταπεινές γυναίκες του Πόντου με τα ψυχικά χαρίσματα που τις διέκριναν, γέννησαν και ανέθρεψαν τους Κομνηνούς, τους Ξιφιλίνους, τους Υψηλάντηδες, αλλά προπάντων τους χιλιάδες, απλούς και άσημους, μα ηρωικούς ακρίτες του Πόντου, τους αυθεντικούς βυζαντινούς ιππότες του Χριστού και της πατρίδας που οι τίτλοι ευγενείας τους ήταν η καλή τους φήμη και τα δοξασμένα τραγούδια στα χείλη του λαού. 

Τέτοιον αντιλαμβανόταν τον εαυτό του ο Βεροιεύς μητροπολίτης Δράμας, ακρίτα του Πόντου, στρατιώτη του Χριστού! Τη φιλοπατρία του την εξέφραζε κατά τον τρόπο των προγόνων του, γενναιόφρονα, ευγενική, μαχητική, τέτοια που να διασώζει, να περιθάλπει, να προστατεύει και να αναδημιουργεί. Η αγάπη για το ελληνικό έθνος ήταν αδιανόητο για αυτόν να παίρνει χαρακτήρα βίαιο, κτηνώδη και φανατισμένο που εξοντώνει, μισεί και διχάζει. 

Στρατιώτη ονόμασε ο ίδιος τον εαυτό του όταν άρτι ενθρονισθείς μητροπολίτης Δράμας επιστρέφοντας από τη Βέροια στη Δράμα, διακατεχόμενος πάντα από τη φιλόφρονα και πατρική του διάθεση, επισκέφθηκε τους νεοσύλλεκτους καταδρομείς στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως της 1ης Ταξιαρχίας Καταδρομών – Αλεξιπτωτιστών στη Ρεντίνα Θεσσαλονίκης και ενώπιον υψηλόβαθμων αξιωματικών παραλλήλισε τους ιερείς και αρχιερείς με επίλεκτους στρατιώτες, με άνδρες των Λόχων Ορεινών Καταδρομών που οφείλουν να επιδεικνύουν μαχητικό πνεύμα, ψυχικό σθένος και καρτερία έναντι των πολυποίκιλων κινδύνων και πειρασμών. 

Ένας επίλεκτος στρατιώτης ήταν ο μακαριστός αρχιερέας Παύλος Αποστολίδης, ατρόμητος, άφοβος που «επιχειρούσε» κρυφά, διακριτικά και αποτελεσματικά στις πιο επικίνδυνες και κρίσιμες «περιοχές» των ελληνικών συμφερόντων, εκεί από όπου απουσιάζουν οι λεγόμενοι ηγέτες, κοιμώμενοι τον μακάριο ύπνο της λιγοψυχίας, της αβλύνοιας και της φαυλότητας. Όμως πικρόχολες σκέψεις δεν ταιριάζουν στη μνήμη του μητροπολίτη. Αλλά και οι υψηλόφρονες είναι ανώφελες, αδύναμες να προσπελάσουν το μεγαλείο της ψυχής του. 

Μόνο εσύ… εσύ, υψιπέτη, μελανοφτέρουγε, μαυροθαλασσίτικε, αυτοκρατορικέ αετέ των Κομνηνών, πάρε την πυρφόρο, τη φιλόχριστο, την αμάραντη ψυχή του μητροπολίτη από τη μακεδονική γη και πέταξε στην ανατολή, πάνω από τη Βασιλεύουσα, και πιο πέρα, πάνω από τις Ποντιακές Άλπεις, στον αγαπημένο του Πόντο, στα μέρη της Χαλδίας, τη μαλαματένια Αργυρούπολη, την αργυροστόλιστη Κιμισχανέ, την καλλίφωνη και γλυκιά Κρώμνη, πέταξε πάνω από την αγέρωχη Ματσούκα, την απροσκύνητη Σάντα, ανάμεσα στα βαθύσκια και απόκρημνα ραχία, και τα βουερά ορμία και στα νεφελοσκέπαστα ανοιξιάτικα παρχάρια, φορτωμένα με τα τσιτσάκια και τα μανουσάκια, και από εκεί, πιο πρόσφορη πύλη για τον Παράδεισο δεν υπάρχει, την ώρα που οι πρώτες ηλιαχτίδες της αυγής διαθλώνται στην αιώνια πάχνη του Πόντου, πέταξε κατακόρυφα προς τον ουρανό και πρόσφερε την ψυχή του μητροπολίτη στο αείζωον θάλπος της αγκαλιάς του Χριστού και εσείς… 

Εσείς,ορφανεμένα παιδία του ακριβού μας, του ηδυτάτου Πόντου, άξιοι έκγονοι ενός πανάρχαιου, λαμπρού πολιτισμού, κρατήστε βαθιά στην καρδιά σας τη μνήμη του Δεσπότη, και όταν από τώρα χορεύετε τον πυρρίχιο, χτυπήστε τα πόδια σας πιο δυνατά, να τραντάζεται η γη και να χαίρεται ο μητροπολίτης, να τραντάζεται η γη και να αγαλλιάζει η καρδιά του»!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ