Quantcast

http://picasion.com/
http://picasion.com/

Δευτέρα της Διακαινησίμου στην Ιερά Μονή Αγίων Πάντων Βεργίνας

Την Δευτέρα της Διακαινησίμου 9 Απριλίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στην Ιερά Μονή Αγίων Πάντων Βεργίνας. Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία: «Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε». Μέ τήν κατηγορηματική αὐτή φράση ὁ
ἠγαπημένος μαθητής τοῦ Κυρίου, ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ἀναφέρεται στόν Θεό-Πατέρα. Τόν Θεό δέν τόν ἔχει δεῖ κανείς μέχρι τώρα, μᾶς λέγει.
Ὅμως αὐτόν τόν Θεό, πού κανείς ἀπό τούς δικαίους καί τούς ὁσίους τῆς Πα­λαιᾶς Διαθήκης δέν μπό­ρεσε νά τόν δεῖ, μᾶς τόν ἀποκά­λυψε ὁ μο­νογενής Υἱός καί Λόγος του, ὁ Κύ­ρι­ος ἡμῶν Ἰησοῦς Χρι­στός, πού ἔγι­νε ἄν­θρω­πος καί ἦλ­θε στόν κό­σμο, πού ἔπαθε καί σταυ­ρώθηκε γιά χάρη μας, πού ἀναστή­θη­κε, συ­­νανιστώντας μαζί του καί τήν ἀν­θρώπινη φύση μας, καί ἀπαλ­λάσ­­­σοντάς την ἀπό τό βάρος καί τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας.

Ἡ ἀπαλλαγή αὐτή ἀπό τήν ἁμαρ­τία, τήν ὁποία μᾶς χάρισε ὁ Χρι­στός μέ τήν Ἀνά­στασή του, μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά δοῦμε πλέ­ον τόν Θεό, «κεκαθαρμέναις δια­νοίαις», διότι «οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ τόν Θεόν ὄψονται», κατά τόν μα­κα­ρισμό τοῦ Κυρίου.

Αὐτό ὅμως ἰσχύει ὑπό μία προϋ­πό­­θεση. Καί ἡ προϋπόθεση αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό αὐτήν πού ἀνα­φέρει ὁ πρωτοκο­ρυ­φαῖος ἀπό­στο­λος Παῦλος γράφοντας πρός τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης: «συνε­­τά­φημεν οὖν αὐτῷ …, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χρι­στός ἐκ νεκρῶν διά τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καί ἡμεῖς ἐν και­νότητι ζωῆς περι­πα­τήσωμεν».

Ἡ συμμετοχή μας στόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τήν βιώνουμε μέσα στήν ἁγία μας Ἐκκλησία, μέ τή νη­στεία, μέ τήν ἄσκηση, μέ τόν πνευ­ματικό ἀγώνα καί τή νέ­κρω­ση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἔχει ὡς σκοπό νά ζήσουμε καί ἐμεῖς τήν Ἀνά­σταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀντι­στοιχεῖ μέ τήν «και­νότητα τῆς ζωῆς» γιά τήν ὁποία κάνει λόγο ὁ ἀπόστολος.

Διότι, ἐάν ἑορτάσαμε χθές τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἐάν χαρή­καμε καί πανηγυρίσαμε, ἀλλά στή ζωή μας, στή συμπεριφορά μας, στήν ψυχή μας δέν ἔχει μετα­βλη­θεῖ τίποτε· ἐάν δέν αἰσθανόμεθα ὅτι στή θέση τοῦ παλαιοῦ, τό ὁ­ποῖο προσπαθήσαμε νά νεκρώ­σου­με καί νά ἐκριζώσουμε, δέν ὑπάρ­χει κάτι καινούργιο, κάτι διαφο­ρε­τικό ἀπό ὅ,τι ὑπῆρχε πρίν, κάτι πού νά ἀντικατέστησε τίς ἀδυνα­μί­ες μας καί τά πάθη μας καί νά ἐκφράζει τήν ἀπόφασή μας νά πε­ρι­πατή­σου­με «ἐν καινότητι ζωῆς», νά βαδί­σου­με δηλαδή τόν δρόμο τοῦ Ἀνα­στάντος Κυρίου μας, τότε δέν ἔχει νόημα γιά μᾶς ἡ Ἀνά­στα­ση πού ἑορ­τάσαμε. Τότε ὁ κόπος καί ἡ προσπάθεια πού κάναμε δέν ἔχουν ἀντί­κρισμα στή ζωή μας. Τότε ἡ δωρεά τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χρι­στοῦ παραμένει γιά μᾶς ἀνε­νερ­γή καί μάταιη.

Καί ποιά εἶναι αὐτή ἡ «καινότης» μέ τήν ὁποία μᾶς προτρέπει ὁ ἀπό­στολος Παῦλος νά βαδίσουμε στή ζωή μας;

Εἶναι, ἀδελφοί μου, ἡ ζωή στήν ὁποία δέν κυριαρχοῦν οἱ ἀδυνα­μί­ες καί τά πάθη μας. Ἡ ζωή στήν ὁποία δέν κυριαρχοῦν οἱ μέ­ρι­μνες καί οἱ φροντίδες τοῦ κό­σμου καί τῶν κοσμικῶν πραγ­μά­των. Ἡ ζωή στήν ὁποία τό ἐνδια­φέρον μας ἑστιάζεται στόν Χριστό καί σέ ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σέ Ἐκεῖ­νον.

«Καινότης» ζωῆς εἶναι νά ἀφή­σου­με πίσω μας ὅ,τι μᾶς συνδέει μέ τό παρελθόν· ὅ,τι μᾶς κρατοῦσε μακριά ἀπό τόν Θεό· ὅ,τι σκίαζε τή σχέση μας μαζί του ἀλλά καί ὅ,τι δέν ἔκανε τή ζωή μας, τή συμπε­ρι­φορά μας, τήν ἀναστροφή μας νά εἶναι μία μαρτυρία τῆς Ἀναστά­σεως τοῦ Χριστοῦ.

«Καινότης» ζωῆς εἶναι ζωή κα­θα­­­ρότητος ψυχικῆς καί σωματι­κῆς. Γιατί κάθε τι καινούργιο εἶναι καθαρό, καί ὁ Χριστός μᾶς χάρισε μέ τήν Σταύρωση καί τήν Ἀνά­στα­σή του τήν ἄφεση τῶν ἁμαρ­τιῶν μας. Ἔπλυνε μέ τό αἷμα του καί κα­θάρισε τίς ψυχές μας ἀπό τήν ἁμαρτία, ὥστε νά μποροῦμε νά κά­νουμε μία νέα ἀρχή.

«Καινότης» ζωῆς εἶναι ζωή χα­ρᾶς καί ἐλπίδος, γιατί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι αἰτία χαρᾶς, ἀκό­μη καί στή μεγαλύτερη θλίψη, γιατί τήν χαρά τοῦ Χριστοῦ «οὐ­δείς αἴρει ἀφ᾽ ἡμῶν».

«Καινότης» ζωῆς εἶναι ἡ διαρκής προσπάθεια νά φρονοῦμε «τά ἄνω», τά ὁποῖα εἶναι καί ὁ τελικός προορισμός μας. Καί ὅταν ὁ νοῦς μας καί ἡ ψυχή μας εἶναι στά «ἄνω», ἐκεῖ ὅπου βρίσκεται ὁ ἀνα­στάς Κύριος, τότε τό ἐνδιαφέρον μας γιά τά ἐπί­γεια, γιά τά ταπεινά, γιά τά χαμη­λά θά περιορίζεται, καί ἔτσι δέν θά μποροῦν νά σκιάζουν τήν πνευμα­τική μας ὁρατότητα, δέν θά μπο­ροῦν νά ἀμαυρώνουν τήν ψυχή μας, δέν θά μποροῦν νά θολώνουν τά μάτια μας, ὥστε νά ἔχουμε καί ἐμεῖς τή δυνατότητα νά βλέπουμε σάν τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί σάν τίς μυρο­φό­ρες γυναῖκες τό πρόσωπο τοῦ Ἀνα­στάντος Κυρίου, νά αἰσθανό­με­θα τό χαρμόσυνο μή­νυμα τῆς Ἀναστάσεως νά πληροῖ τίς ψυχές μας, ὄχι μόνο αὐτές τίς ἡμέρες ἀλλά καί «πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἡμῶν».








































































ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ