Οι «Λευκές Νύχτες» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι ετοιμάζονται να... φωτίσουν με τον δικό τους μελαγχολικό, ποιητικό τρόπο, τη σκηνή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας. Λίγο πριν την πρεμιέρα της 28ης Φεβρουαρίου 2026, οι δύο πρωταγωνιστές, Γιωργής Τσαμπουράκης* και Καλλιόπη Σίμου* (η οποία υπογράφει και τη συνολική καλλιτεχνική πορεία του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας), μιλούν για την επιλογή του έργου και την ανάγκη που ένιωσαν να συναντηθούν επί σκηνής.
Με αφορμή τη νουβέλα του Ντοστογιέφσκι, περιγράφουν μια διαδικασία δουλειάς που βουτά βαθιά στη μοναξιά, στην τρυφερή αυταπάτη και στη λαχτάρα για επαφή, στοιχεία που καθιστούν τις «Λευκές Νύχτες» ένα από τα πιο απλά αλλά και πιο φευγαλέα όμορφα κείμενα της ρωσικής λογοτεχνίας.
Η παράσταση θα ταξιδέψει για τρία διήμερα στη Βέροια, και για μια παράσταση σε Νάουσα και Γιαννιτσά, προσκαλώντας το κοινό σε έναν μικρό, νυχτερινό περίπατο εκεί όπου το όνειρο και η πραγματικότητα ακουμπούν για λίγο, προτού χαθούν ξανά στο πρώτο φως της ημέρας.
Ο veriotis.gr συνάντησε τους δύο ηθοποιούς στο φουαγιέ της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, πριν ξεκινήσει η διαδικασία στησίματος της παράστασης στη σκηνή Οδυσσέας Γωνιάδης της Αντωνιάδειου Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, μίλησαν για την συνεργασία τους, ενώ αναφέρθηκαν στο κείμενο σαν σε έναν παλιό γνώριμο που τους περίμενε υπομονετικά.
Πριν ξεκινήσει το στήσιμο της παράστασης στη σκηνή, θα θέλαμε να μας πείτε ποιο είναι το δημιουργικό σας αποτύπωμα στις «Λευκές Νύχτες». Πώς μοιράζεστε τους ρόλους πίσω από την καλλιτεχνική διαδικασία;
Γιωργής Τσαμπουράκης: Είμαστε οι ερμηνευτές και οι δημιουργοί της σκηνοθεσίας και χωροταξίας της παράστασης. Την σκηνοθεσία θα αναλάβω εγώ και την κινησιολογία θα αναλάβει η Καλλιόπη, λόγω και της μεγάλης της εμπειρίας στο κομμάτι αυτό, κρατώντας έτσι τους ρόλους πιο διακριτούς.
Γιωργής Τσαμπουράκης: Είμαστε οι ερμηνευτές και οι δημιουργοί της σκηνοθεσίας και χωροταξίας της παράστασης. Την σκηνοθεσία θα αναλάβω εγώ και την κινησιολογία θα αναλάβει η Καλλιόπη, λόγω και της μεγάλης της εμπειρίας στο κομμάτι αυτό, κρατώντας έτσι τους ρόλους πιο διακριτούς.
Πώς προέκυψε η συνεργασία; Είναι η πρώτη σας συνύπαρξη επί σκηνής;
Καλλιόπη Σίμου: Έχουμε συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν. Συγκεκριμένα γνωριστήκαμε το 2010, σαν ηθοποιοί και οι δύο, στην Ορέστεια του Λουκά Θάνου, σε μια δουλειά αρκετά φορμαλιστική. Κάθε δουλειά όμως έχει άλλο περιεχόμενο και τώρα έχουμε άλλους ρόλους, οπότε είχαμε μια απορία πώς θα δουλέψει αυτό. Αλλά από την πρώτη στιγμή που αρχίσαμε να δουλεύουμε το κείμενο επιβεβαιώθηκε ότι έχουμε μια καλή χημεία και μια καλή συνεννόηση.
Γιωργής Τσαμπουράκης: Τότε γίναμε φίλοι και παρακολουθούμε όλα αυτά τα χρόνια, ο ένας την πορεία του άλλου. Όταν η Καλλιόπη αποφάσισε να κάνει κάτι πιο προσωπικό στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. επέλεξε έναν άνθρωπο που εκτιμάει και πιστεύει ότι μπορεί να συνεργαστεί. Υπάρχει μια καλή αίσθηση για την καλλιτεχνική υπόσταση του ενός και του άλλου, κοινή αισθητική και κοινή λογική, στοιχεία βασικά για να ξεκινήσει κάτι.
Καλλιόπη Σίμου: Έχουμε συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν. Συγκεκριμένα γνωριστήκαμε το 2010, σαν ηθοποιοί και οι δύο, στην Ορέστεια του Λουκά Θάνου, σε μια δουλειά αρκετά φορμαλιστική. Κάθε δουλειά όμως έχει άλλο περιεχόμενο και τώρα έχουμε άλλους ρόλους, οπότε είχαμε μια απορία πώς θα δουλέψει αυτό. Αλλά από την πρώτη στιγμή που αρχίσαμε να δουλεύουμε το κείμενο επιβεβαιώθηκε ότι έχουμε μια καλή χημεία και μια καλή συνεννόηση.
Γιωργής Τσαμπουράκης: Τότε γίναμε φίλοι και παρακολουθούμε όλα αυτά τα χρόνια, ο ένας την πορεία του άλλου. Όταν η Καλλιόπη αποφάσισε να κάνει κάτι πιο προσωπικό στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. επέλεξε έναν άνθρωπο που εκτιμάει και πιστεύει ότι μπορεί να συνεργαστεί. Υπάρχει μια καλή αίσθηση για την καλλιτεχνική υπόσταση του ενός και του άλλου, κοινή αισθητική και κοινή λογική, στοιχεία βασικά για να ξεκινήσει κάτι.
Άρα η πρωτοβουλία και η πρόταση στον Γιωργή για μια συνεργασία σε παράσταση για την επαγγελματική σκηνή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. έγινε από εσένα Καλλιόπη. Έχοντας στο μυαλό σου και το κείμενο;
Κ.Σ.: Ήξερα εξ αρχής ότι μπορούμε να κάνουμε κάτι μαζί, λόγω καλής χημείας, χωρίς να έχω το έργο στο μυαλό μου. Η αρχική σκέψη ήταν για κωμωδία αλλά η αρχική αναφορά για το έργο «Λευκές Νύχτες» ήταν του Γιωργή. Το έργο το ήξερα καλά, θεωρήσαμε ότι μας ταιριάζει πολύ. Είναι ένα εξαιρετικό κείμενο. Έχει μέσα όλη την ελαφράδα, την αγνότητα και την αφέλεια και παρόλο που περιέχει δύσκολες καταστάσεις σε συναισθηματικό επίπεδο, δεν είναι βαρύ. Είναι μια ρομαντική νουβέλα. Παρόλο που οι ήρωες πέφτουν σε παράπτωμα ελαφριάς ή επιπόλαιης διαχείρισης των συναισθημάτων τους, με αποτέλεσμα, άθελά τους, να πληγώνουν ο ένας τον άλλον, όλα αυτά είναι δοσμένα με μια απίστευτη τρυφερότητα, αγάπη και κατανόηση από τον συγγραφέα.
Γιατί επέλεξες τις «Λευκές Νύχτες»; Τι σε συγκινεί προσωπικά στο συγκεκριμένο κείμενο του Ντοστογιέφσκι;
Γ.Τ.: Μου αρέσει το Ρώσικο θέατρο. Και τώρα ακόμα παίζω στην παράσταση του Εθνικού, τις «Τρεις Αδελφές» του Τσέχωφ, παλιότερα και στον Θείο Βάνια. Είναι μια κουλτούρα και εποχή που αγαπώ και είχα την τύχη να την γνωρίσω με τον πιο μαγικό δάσκαλο, τον Ανατόλι Βασίλιεφ.
Το κείμενο έχει ομορφιά, έχει ποίηση. Στην πραγματικότητα ο Ντοστογιέφσκι είναι από τους τελευταίους λογοτέχνες - ποιητές, που μιλάνε για την ομορφιά της σκέψης. Και το θέατρο και γενικά οι τέχνες, είναι πολύ ωραίο να μας θυμίζει αυτή την ομορφιά.
Το συγκεκριμένο κείμενο, έχει τον χαρακτήρα το ονειροπόλου. Ο ήρωας είναι ένας μοναχικός άνθρωπος, από επιλογή. Μου αρέσει να παρατηρώ αυτούς τους ανθρώπους και πολλές φορές επιλέγω την μοναχικότητά μου.
Κ.Σ.: Το έργο σίγουρα έχει να κάνει με τον έρωτα και όπως το έθεσε και ο Ντοστογιέφκσι, έχει να κάνει και με την συμπόνια και την αδελφική αγάπη. Στο έργο του, η αγάπη και ο έρωτας είναι σύμφυτα και ο έρωτας αποκτάει μια μεγαλύτερη διάσταση. Είναι ένα βαθιά ερωτικό κείμενο και σίγουρα μια βαθιά ερωτική σχέση. Οι δύο άνθρωποι μοιράζονται, ανοίγουν τις καρδιές τους και λένε τα πάντα ο ένας στον άλλον, βρισκόμενοι σε μια ταπεινή, αδύναμη θέση.
Οι «Λευκές Νύχτες» γράφτηκαν το 1847. Πώς διαβάζεται αυτό σήμερα, τι κάνει αυτό το κείμενο τόσο ζωντανό και διαχρονικό ώστε να έχει απήχηση ακόμη και σήμερα;
Γ.Τ.: Παρατηρώ στη ζωή έξω τέτοιους ανθρώπους, γι' αυτό και στη διασκευή του κειμένου που δουλεύουμε μαζί με την Κατερίνα Χάλκου, μας ενδιαφέρει το κομμάτι εκτός τόπου και εκτός χρόνου. Δεν θέλουμε να ορίσουμε τόπο και χρόνο, γιατί αυτοί οι άνθρωποι υπάρχουν στους αιώνες, διαχρονικά. Είναι παρατηρητές της ζωής, φεύγουν εκτός του ρυθμού της καθημερινότητας και έχουν τον χρόνο να ενεργοποιήσουν την φαντασία τους, κάτι που σήμερα, με όλη την τεχνολογική κουλτούρα, έχει εκλείψει. Και ένας άνθρωπος που βγαίνει από αυτό, έχει τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει τη φαντασία του.
Πρέπει στη διασκευή σου να μη φεύγεις από το κέντρο του έργου, γιατί εκεί έχεις χάσει το παιχνίδι. Στη διασκευή πρέπει πάντα να παίρνεις υπόψη σου το σημείο αναφοράς. Μας ενδιαφέρει να κρατήσουμε το έργο στη διασκευή μας. Κάποιος θεατής που διάβασε «Λευκές Νύχτες» θα έρθει και θα δει «Λευκές Νύχτες», άσχετα αν θα έχει γίνει διασκευή για το θέατρο.
Γ.Τ.: Παρατηρώ στη ζωή έξω τέτοιους ανθρώπους, γι' αυτό και στη διασκευή του κειμένου που δουλεύουμε μαζί με την Κατερίνα Χάλκου, μας ενδιαφέρει το κομμάτι εκτός τόπου και εκτός χρόνου. Δεν θέλουμε να ορίσουμε τόπο και χρόνο, γιατί αυτοί οι άνθρωποι υπάρχουν στους αιώνες, διαχρονικά. Είναι παρατηρητές της ζωής, φεύγουν εκτός του ρυθμού της καθημερινότητας και έχουν τον χρόνο να ενεργοποιήσουν την φαντασία τους, κάτι που σήμερα, με όλη την τεχνολογική κουλτούρα, έχει εκλείψει. Και ένας άνθρωπος που βγαίνει από αυτό, έχει τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει τη φαντασία του.
Πρέπει στη διασκευή σου να μη φεύγεις από το κέντρο του έργου, γιατί εκεί έχεις χάσει το παιχνίδι. Στη διασκευή πρέπει πάντα να παίρνεις υπόψη σου το σημείο αναφοράς. Μας ενδιαφέρει να κρατήσουμε το έργο στη διασκευή μας. Κάποιος θεατής που διάβασε «Λευκές Νύχτες» θα έρθει και θα δει «Λευκές Νύχτες», άσχετα αν θα έχει γίνει διασκευή για το θέατρο.
Τι σημαίνει για εσένα Γιωργή να δημιουργείς σε έναν δημοτικό θεατρικό οργανισμό, σε μια επαρχιακή πόλη, που έχει όμως μια δική της θεατρική ταυτότητα;
Γ.Τ.: Είμαι από την επαρχία, είμαι από την Κρήτη και έζησα εκεί, γιατί δημιούργησα την πρώτη Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης. Έτσι έζησα από κοντά το πόσο διψάει η επαρχία για θέατρο, γι' αυτό και υπάρχουν τόσες ερασιτεχνικές ομάδες. Απλώς λείπει η θεατρική παιδεία, κάτι για το οποίο δεν προνοεί το κράτος, γι' αυτό και όλα γίνονται κεντρικά, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Γι' αυτό και η ανάγκη μου όταν πήγα στην Κρήτη ήταν να προσανατολιστώ σε αυτή την κατεύθυνση, στη ρίζα του, στην εκπαίδευση. Τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. κάνουν έναν άθλο με ελάχιστα οικονομικά μέσα να κάνουν πράγματα • και κάνουν.
Τι θα θέλατε να πάρει μαζί του ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση;
Κ.Σ.: Να συγκινηθεί.
Γ.Τ.: Να θυμηθεί το κομμάτι που τον ομορφαίνει
Γ.Τ.: Είμαι από την επαρχία, είμαι από την Κρήτη και έζησα εκεί, γιατί δημιούργησα την πρώτη Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης. Έτσι έζησα από κοντά το πόσο διψάει η επαρχία για θέατρο, γι' αυτό και υπάρχουν τόσες ερασιτεχνικές ομάδες. Απλώς λείπει η θεατρική παιδεία, κάτι για το οποίο δεν προνοεί το κράτος, γι' αυτό και όλα γίνονται κεντρικά, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Γι' αυτό και η ανάγκη μου όταν πήγα στην Κρήτη ήταν να προσανατολιστώ σε αυτή την κατεύθυνση, στη ρίζα του, στην εκπαίδευση. Τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. κάνουν έναν άθλο με ελάχιστα οικονομικά μέσα να κάνουν πράγματα • και κάνουν.
Τι θα θέλατε να πάρει μαζί του ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση;
Κ.Σ.: Να συγκινηθεί.
Γ.Τ.: Να θυμηθεί το κομμάτι που τον ομορφαίνει
Αν μπορούσες να διαλέξεις έναν οποιονδήποτε θεατρικό ρόλο, ποιος θα ήταν αυτός που θα ήθελες πραγματικά να ζήσεις πάνω στη σκηνή;
Γ.Τ.: Έχω κάνει πολλά πράγματα που μου αρέσανε στο παρελθόν, όπως ο Καλιγούλας, έργο με το οποίο μπήκα στη δραματική σχολή, αλλά για κάποιο ένα πράγμα που μου έχει κάτσει από παλιά και δεν ξέρω αν θα το παίξω ποτέ, είναι ο Ριχάρδος Γ' και γενικά Σαίξπηρ.
Ήσουν υποψήφιος για το βραβείο Χορν. Η υποψηφιότητα από μόνη της αποτελεί μεγάλη τιμή, είναι περισσότερο μια ψήφος εμπιστοσύνης για τον ηθοποιό. Είναι κάτι που σου έδωσε αυτοπεποίθηση ή σου φόρτωσε με μεγαλύτερο αίσθημα ευθύνης;
Γ.Τ.: Πάντα μια υποψηφιότητα είναι μια επιβράβευση. Περισσότερο ενδυναμώθηκα μέσα από τα χρόνια, την εμπειρία. Είμαι ένα παιδί από την επαρχία με σοβαρές ανασφάλειες και ανησυχίες και η σκέψη να κάνει θέατρο είναι μια ανάγκη να εκφραστεί, καθώς ήμουν πολύ κλειστό παιδί. Η τέχνη κατάφερε να κάνει αυτό το παιδί έναν άνθρωπο με αυτοπεποίθηση και να αποκτήσει ένα βήμα να μιλάει κάθε φορά για κάτι άλλο. Και αυτή η δουλειά, ανεξάρτητα από τα βραβεία, μου δίνει την χαρά της εξέλιξης.
Info παράστασης
Συντελεστές
Μετάφραση: Σοφία Ακριδέλη, Σκηνοθεσία/ Δραματουργία: Γιώργης Τσαμπουράκης, Σκηνικά/ Κοστούμια: Δημήτρης Γεωργόπουλος, Μουσική: Άλεξ Ιωσηφίδης, Art Creative/ Φωτογραφίες: Τάσος Θώμογλου, Βίντεο/ Μοντάζ: Παύλος Τσανακτσίδης, Sound design: Αλέξανδρος Καροσέρης, Σύμβουλος Δραματουργίας: Κατερίνα Χάλκου, Α’ Βοηθός σκηνοθέτη: Μαίρη Αηδονίδου, Β’ Βοηθός σκηνοθέτη/βοηθός σκηνογράφου: Ανατολή Καρυπίδου
Ερμηνεύουν: Γιωργής Τσαμπουράκης, Καλλιόπη Σίμου
Παραγωγή/Οργάνωση επικοινωνίας: ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας
Πληροφορίες παραστάσεων
Αντωνιάδειος Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Σκηνή Οδυσσέας Γωνιάδης
Σάββατο 28 Φεβρουαρίου στις 9 μ.μ. (πρεμιέρα)
Κυριακή 1 Μαρτίου στις 7 μ.μ.
Σάββατο 7 Μαρτίου στις 9 μ.μ.
Κυριακή 8 Μαρτίου στις 7 μ.μ.
Σάββατο 14 Μαρτίου στις 9 μ.μ.
Κυριακή 15 Μαρτίου στις 7 μ.μ.
Πνευματικό Κέντρο Γιαννιτσών
Τετάρτη 4 Μαρτίου στις 8 μ.μ.
Δημοτικό Θέατρο Νάουσας
Τετάρτη 11 Μαρτίου στις 8 μ.μ.
Έναρξη προπώλησης: Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2026
Οι άνθρωποι πίσω από την παράσταση
*Γιωργής Τσαμπουράκης
Γεννήθηκε στη Γερμανία, μεγάλωσε στην Κρήτη.
Σπούδασε στην Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης Βεάκη (2002).
Έχει παρακολουθήσει μαθήματα με τους: A.Vasilief, LBauer, P.Rain, L.Flasen.
Έχει συνεργαστεί με τους σκηνοθέτες: Γ. Θεοδοσιάδη, Α. Καβίδα, Θ. Μοσχόπουλο, L.Bauer, Γ. Σαχίνη, Α. Κράλλη, Β. Γεωργιάδου, Λ. Θάνο, Σ. Λιβαθινό, Γ.Χατζάκη, Κ. Φιλίππογλου, Δ. Μπογδάνο, Δ. Τάρλοου, Γ. Οικονόμου, Μ. Μαγκανάρη, Έ. Θεοδώρου, Σ. Χατζάκη, Λ. Γιοβανίδη, Ν. Μαστοράκη, P. Stein, Λ. Κονιόρδου, Σ. Ευαγγελάτο, R. Wilson.
Έχει συνεργαστεί με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης, τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων, Πάτρας, Κρήτης, καθώς και σε μεγάλα θέατρα της Αθήνας.
Ενδεικτικά έργα: Μπεντ, Άλλοι άνθρωποι (βραβείο ερμηνείας νέων δημιουργών), Ο ελαφοβασιλιάς, Το αίμα που μαράθηκε, Αναζητώντας τον Οιδίποδα, Φύλλα από γυαλί, Ορέστεια, Βασιλιάς Ληρ, Ο θάνατος του Δαντόν, Ερωτόκριτος A-V (Υποψήφιος Βραβείο Χορν), Τίρζα, Οδύσσεια, Τρεις αδελφές, Fool for Love, Θείος Βάνιας, Κουκλόσπιτο, Φαίδρα, Συνοικία το όνειρο, La Bella Greca, Ελευθερία στη Βρέμη, Ο Μισάνθρωπος.
Έχει παίξει σε τηλεοπτικές σειρές, ταινίες μικρού μήκους και στον κινηματογράφο.
Ήταν Ιδρυτής και Καλλιτεχνικός διευθυντής της Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης Νότος στο Ηράκλειο της Κρήτης.(2016-2022).
*Καλλιόπη Σίμου
Είναι αριστούχος απόφοιτη της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ (2006) και του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΠΘ, 2012).
Ηθοποιός με σαφή προσανατολισμό στο σωματικό θέατρο, έχει συνεργαστεί με τους χορογράφους Μαριάννα Καβαλλιεράτου, Κωνσταντίνο Ρήγο, καθώς και με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, με τον οποίο συμπράττει από το 2009 (Πουθενά, Μέσα, Still Life, The Great Tamer, Ink).
Στο θέατρο έχει συνεργαστεί ως ηθοποιός με τους σκηνοθέτες Ρόμπερτ Ουίλσον, Στάθη Λιβαθινό, Θωμά Μοσχόπουλο, Θάνο Παπακωνσταντίνου, Γιάννη Ιορδανίδη, Κατερίνα Ευαγγελάτου, Πρόδρομο Τσινικόρη, Σοφία Μαραθάκη, Ευριπίδη Λασκαρίδη, Δαμιανό Κωνσταντινίδη, Αργυρώ Χιώτη, Ελένη Ευθυμίου, Σοφία Βγενοπούλου κ.ά.
Ως κινησιολόγος έχει συνεργαστεί με τους Θανάση Σαράντο (Όνειρο στο κύμα), Μαρία Κατσανδρή (Όταν ο λύκος δεν είναι εδώ, Οι τσούχτρες) και Μίνα Αδαμάκη (Ο εραστής). Επίσης ανέλαβε τη χορογραφία και ερμηνεία της περφόρμανς Window, σε μια συνεργασία με την εικαστικό Ματίνα Μέγκλα, ενώ το 2018 παρουσίασε την πρώτη της θεατρική σκηνοθεσία πάνω στο διήγημα του Ε. Α. Πόε Το βαρέλι του Αμοντιλλάδο.
Από το 2023 είναι Καλλιτεχνική Διευθύντρια του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας.



%20(1).jpg)






.jpg)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.