Οι άνθρωποι που καταναλώνουν τακτικά πολύ επεξεργασμένα τρόφιμα παρουσιάζουν αλλαγές στα χρωμοσώματα, που οδηγούν σε βιολογική γήρανση.
Σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο Ευρωπαϊκό και Διεθνές Συνέδριο για την Παχυσαρκία (ECOICO 2020), η συχνή κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφών (πάνω από τρεις μερίδες την ημέρα) διπλασιάζει τις πιθανότητες οι άνθρωποι να έχουν μικρότερα τελομερή, στοιχείο που αποτελεί δείκτη βιολογικής γήρανσης σε κυτταρικό επίπεδο, υποδεικνύοντας ότι η διατροφή μπορεί να προκαλεί την ταχύτερη γήρανση των κυττάρων.
Τα τελομερή σχηματίζονται από ένα τμήμα του DNA και κάποιες πρωτεΐνες, βρίσκονται στο τέλος των χρωμοσωμάτων και είναι σημαντικά για τη διατήρηση της σταθερότητας και της ακεραιότητας των χρωμοσωμάτων και κατ’επέκταση του DNA στο οποίο βασίζεται κάθε κύτταρο του σώματος. Καθώς μεγαλώνουμε, το μήκος τους μειώνεται, καθώς κάθε φορά που ένα κύτταρο διασπάται, ένα τμήμα του τελομερούς χάνεται. Για το λόγο αυτό, το μήκος του τελομερούς (TL) θεωρείται δείκτης της βιολογικής ηλικίας.
Έρευνες έχουν συνδέσει τα επεξεργασμένα τρόφιμα με σοβαρές ασθένειες όπως η υπέρταση, η παχυσαρκία, το μεταβολικό σύνδρομο, η κατάθλιψη, ο διαβήτης τύπου 2 και διάφοροι τύπου καρκίνου. Οι καταστάσεις αυτές συχνά σχετίζονται με την ηλικία και συνδέονται με το οξειδωτικό στρες, τη φλεγμονή και την κυτταρική γήρανση που επίσης μπορεί να επηρεάσει το μήκος των τελομερών. Παρόλα αυτά, λίγες είναι μέχρι τώρα οι μελέτες σχετικά με τις επιπτώσεις της κατανάλωσης υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων στο μήκος των τελομερών.
Η νέα έρευνα στόχευε στην αξιολόγηση του συσχετισμού ανάμεσα στην κατανάλωση αυτών των τροφών και του μήκους των τελομερών, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο του συστήματος NOVA για την κατηγοριοποίηση του βαθμού επεξεργασίας του εκάστοτε τροφίμου.
Τα δεδομένα προήλθαν από το SUN Project του Πανεπιστημίου της Navarra στην Ισπανία, στο οποίο συμμετείχαν άτομα άνω των 55 ετών. Συνολικά, 886 συμμετέχοντες παρείχαν δείγματα σάλιου για ανάλυση DNA, καθώς και ακριβή στοιχεία για την καθημερινή τους πρόσληψη τροφίμων.
Συνολικά 645 άνδρες και 241 γυναίκες μέσης ηλικίας 67,7 ετών συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση και χωρίστηκαν σε τέσσερις ίσες ομάδες, από τη «χαμηλότερη» στην «υψηλότερη» βάσει της κατανάλωσης υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων: λιγότερες από 2 μερίδες/ημέρα, 2-2,5 μερίδες/ημέρα, περισσότερες από 2,5-3 μερίδες/ημέρα και περισσότερες από 3 μερίδες/ημέρα.
Οι συμμετέχοντες στην υψηλότερη ομάδα ήταν πιο πιθανό να έχουν οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακών παθήσεων, διαβήτη, μη φυσιολογικών λιπιδίων στο αίμα και να τρώνε περισσότερα σνακ ανάμεσα στα γεύματα. Επίσης, κατανάλωναν περισσότερα κορεσμένα και πολυακόρεστα λιπαρά, νάτριο, χοληστερόλη, ζαχαρούχα ροφήματα, πρόχειρο φαγητό και επεξεργασμένο κρέας και λιγότερους υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, φυτικές ίνες, ελαιόλαδο, φρούτα, λαχανικά και άλλα μικροθρεπτικά συστατικά. Οι συμμετέχοντες που έτρωγαν περισσότερα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα παρατηρήθηκε πως ήταν λιγότερο πιθανό να ακολουθούν μια μεσογειακή διατροφή, η οποία έχει συνδεθεί με βελτιωμένη γενική υγεία και ειδικότερα μειωμένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσο αυξανόταν η κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων, τόσο εντείνονταν και οι πιθανότητες μειωμένου μήκους τελομερών, με κάθε ομάδα άνω του χαμηλότερου επιπέδου να διατρέχει αύξηση κινδύνου κατά 29%, 40% και 82% για τις ομάδες «μέτριας-χαμηλής», «μέτριας-υψηλής» και «υψηλής» κατανάλωσης UPF αντίστοιχα. Οι συγγραφείς διαπίστωσαν, τέλος, ότι η πρόσληψη αυτών των τροφών σχετιζόταν με τον κίνδυνο κατάθλιψης (ειδικά στους ασθενείς με χαμηλά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας), υπέρτασης, αυξημένου βάρους/παχυσαρκίας και θνησιμότητας από οποιαδήποτε αιτία.
Σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο Ευρωπαϊκό και Διεθνές Συνέδριο για την Παχυσαρκία (ECOICO 2020), η συχνή κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφών (πάνω από τρεις μερίδες την ημέρα) διπλασιάζει τις πιθανότητες οι άνθρωποι να έχουν μικρότερα τελομερή, στοιχείο που αποτελεί δείκτη βιολογικής γήρανσης σε κυτταρικό επίπεδο, υποδεικνύοντας ότι η διατροφή μπορεί να προκαλεί την ταχύτερη γήρανση των κυττάρων.
Τα τελομερή σχηματίζονται από ένα τμήμα του DNA και κάποιες πρωτεΐνες, βρίσκονται στο τέλος των χρωμοσωμάτων και είναι σημαντικά για τη διατήρηση της σταθερότητας και της ακεραιότητας των χρωμοσωμάτων και κατ’επέκταση του DNA στο οποίο βασίζεται κάθε κύτταρο του σώματος. Καθώς μεγαλώνουμε, το μήκος τους μειώνεται, καθώς κάθε φορά που ένα κύτταρο διασπάται, ένα τμήμα του τελομερούς χάνεται. Για το λόγο αυτό, το μήκος του τελομερούς (TL) θεωρείται δείκτης της βιολογικής ηλικίας.
Έρευνες έχουν συνδέσει τα επεξεργασμένα τρόφιμα με σοβαρές ασθένειες όπως η υπέρταση, η παχυσαρκία, το μεταβολικό σύνδρομο, η κατάθλιψη, ο διαβήτης τύπου 2 και διάφοροι τύπου καρκίνου. Οι καταστάσεις αυτές συχνά σχετίζονται με την ηλικία και συνδέονται με το οξειδωτικό στρες, τη φλεγμονή και την κυτταρική γήρανση που επίσης μπορεί να επηρεάσει το μήκος των τελομερών. Παρόλα αυτά, λίγες είναι μέχρι τώρα οι μελέτες σχετικά με τις επιπτώσεις της κατανάλωσης υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων στο μήκος των τελομερών.
Η νέα έρευνα στόχευε στην αξιολόγηση του συσχετισμού ανάμεσα στην κατανάλωση αυτών των τροφών και του μήκους των τελομερών, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο του συστήματος NOVA για την κατηγοριοποίηση του βαθμού επεξεργασίας του εκάστοτε τροφίμου.
Τα δεδομένα προήλθαν από το SUN Project του Πανεπιστημίου της Navarra στην Ισπανία, στο οποίο συμμετείχαν άτομα άνω των 55 ετών. Συνολικά, 886 συμμετέχοντες παρείχαν δείγματα σάλιου για ανάλυση DNA, καθώς και ακριβή στοιχεία για την καθημερινή τους πρόσληψη τροφίμων.
Συνολικά 645 άνδρες και 241 γυναίκες μέσης ηλικίας 67,7 ετών συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση και χωρίστηκαν σε τέσσερις ίσες ομάδες, από τη «χαμηλότερη» στην «υψηλότερη» βάσει της κατανάλωσης υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων: λιγότερες από 2 μερίδες/ημέρα, 2-2,5 μερίδες/ημέρα, περισσότερες από 2,5-3 μερίδες/ημέρα και περισσότερες από 3 μερίδες/ημέρα.
Οι συμμετέχοντες στην υψηλότερη ομάδα ήταν πιο πιθανό να έχουν οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακών παθήσεων, διαβήτη, μη φυσιολογικών λιπιδίων στο αίμα και να τρώνε περισσότερα σνακ ανάμεσα στα γεύματα. Επίσης, κατανάλωναν περισσότερα κορεσμένα και πολυακόρεστα λιπαρά, νάτριο, χοληστερόλη, ζαχαρούχα ροφήματα, πρόχειρο φαγητό και επεξεργασμένο κρέας και λιγότερους υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, φυτικές ίνες, ελαιόλαδο, φρούτα, λαχανικά και άλλα μικροθρεπτικά συστατικά. Οι συμμετέχοντες που έτρωγαν περισσότερα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα παρατηρήθηκε πως ήταν λιγότερο πιθανό να ακολουθούν μια μεσογειακή διατροφή, η οποία έχει συνδεθεί με βελτιωμένη γενική υγεία και ειδικότερα μειωμένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσο αυξανόταν η κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων, τόσο εντείνονταν και οι πιθανότητες μειωμένου μήκους τελομερών, με κάθε ομάδα άνω του χαμηλότερου επιπέδου να διατρέχει αύξηση κινδύνου κατά 29%, 40% και 82% για τις ομάδες «μέτριας-χαμηλής», «μέτριας-υψηλής» και «υψηλής» κατανάλωσης UPF αντίστοιχα. Οι συγγραφείς διαπίστωσαν, τέλος, ότι η πρόσληψη αυτών των τροφών σχετιζόταν με τον κίνδυνο κατάθλιψης (ειδικά στους ασθενείς με χαμηλά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας), υπέρτασης, αυξημένου βάρους/παχυσαρκίας και θνησιμότητας από οποιαδήποτε αιτία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.