Με ιστορία 60 ετών στην πλάτη της, η σημαντικότερη βιομηχανική περιοχή του νομού Ημαθίας διανύει μία εξαιρετικά κρίσιμη καμπή. Η ΒΙ.ΠΕ. Πλατέος, που καταλαμβάνει περισσότερα από 9.500 στρέμματα γης, όπου κάποτε ανθούσε η βιομηχανική δραστηριότητα, βλέπει την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης (ΕΒΖ) να αιμορραγεί, το εργοστάσιο της ΔΕΛΤΑ να αγωνίζεται για να μη ρίξει «τίτλους τέλους» και μοναδική εξαίρεση να αποτελεί η Ελληνική Βιομηχανία Ζωοτροφών, που κατάφερε να επιβιώσει μετά την ιδιωτικοποίησή της το 2012.
Οι μηχανές στα εργοστάσια άναψαν για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’60. Η ΕΒΖ αποτέλεσε το εφαλτήριο της προσπάθειας του κράτους για τη στήριξη των παραγωγών του μακεδονικού κάμπου μέσω της μεταποίησης. Λίγα χρόνια αργότερα, η μεγάλη κτηνοτροφική δραστηριότητα έδωσε ώθηση για την έναρξη λειτουργίας της τότε Nestle, ενώ ταυτόχρονα η ΕΛ.ΒΙ.Ζ. παρήγαγε τις απαραίτητες ζωοτροφές. Τα τρία αυτά εργοστάσια έδωσαν δουλειά σε εκατοντάδες ανθρώπους από σχεδόν ολόκληρη την Κεντρική Μακεδονία, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής.
«Εργάστηκα από το 1983 στην ΕΒΖ και πέρασα από όλα τα πόστα. Θυμάμαι την περίοδο που οι μηχανές ξεκινούσαν να λειτουργούν από νωρίς το πρωί, παραγωγοί και προμηθευτές σχημάτιζαν ουρά, για να παραδώσουν και να παραλάβουν εμπόρευμα», σχολιάζει στη «ΜτΚ» ο Θωμάς Γκουντάντσης, συνταξιούχος εργαζόμενος της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζαχάρεως. Και συνεχίζει: «Υπήρξαν λάθος κυβερνητικοί χειρισμοί με τη διατίμηση της ζάχαρης λίγο πριν από το 2000. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τις σοβαρότατες ελλείψεις σε ένα βασικό αγαθό διατροφής και την εκτόξευση των τιμών της».
Τα πρώτα σύννεφα στη βιομηχανική ζώνη του Πλατέος άρχισαν να εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όμως την εποχή των παχιών αγελάδων ουδείς ενδιαφέρθηκε πραγματικά για το μέλλον. Στρατιές διορισμών, ανεξέλεγκτη εισαγωγή πρώτων υλών, αδυναμία αντικατάστασης του τεχνολογικά απαρχαιωμένου εξοπλισμού και φυσικά ο υπέρογκος δανεισμός ήταν οι βασικοί παράγοντες που συνθέτουν μία εικόνα παρακμής και οδήγησαν τις βιομηχανίες στο μαρασμό.
«Τίτλοι τέλους» για το Γάλα Βλάχας
Το εργοστάσιο γάλακτος στο Πλατύ Ημαθίας δημιουργήθηκε το 1975 από τη Nestle, σε μία εποχή που το γάλα στη βιομηχανοποιημένη του μορφή ήταν μία καινοτομία με λαμπρές προοπτικές μπροστά του. Το συγκεκριμένο εργοστάσιο με το σήμα «Γάλα Βλάχας» έζησε μεγάλες δόξες και πολύ αργότερα, τον Οκτώβριο του 2005, όταν η Nestle αποφάσισε να εξέλθει από την αγορά του εβαπορέ, εξαγοράστηκε από την τότε ΔΕΛΤΑ έναντι τιμήματος 2,8 εκατ. ευρώ. Το τελευταίο διάστημα το εργοστάσιο υπολειτουργούσε καθώς είχε λήξει η συνεργασία με την ελβετική εταιρεία, για λογαριασμό της οποίας συσκεύαζε προϊόντα γάλακτος. Για να φτάσουμε πριν από λίγες μέρες στην ανακοίνωση της διοίκησης προς τους εργαζόμενους ότι αναστέλλεται η λειτουργία του.
«Η συνεχώς μεταβαλλόμενη και εξελισσόμενη, και στη χώρα μας αλλά και διεθνώς, αγορά γάλακτος» οδήγησε στην απόφαση για παύση εργασιών, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της η εταιρεία, για να καταλήξει: «Το εργοστάσιο έπειτα από 45 χρόνια συνεχούς λειτουργίας εμφανίζει μεγάλες ανάγκες κτιριακού και μηχανολογικού εκσυγχρονισμού. Η αντιμετώπιση της παραγωγικής διαδικασίας μελετάται από την εταιρεία και θα ενταχθεί σε επόμενα επενδυτικά πλάνα»…
Το πλήγμα από τη διακοπή λειτουργίας του πρώην εργοστασίου της Nestle (νυν ΔΕΛΤΑ) αναμένεται να μετακυλίσει και σε άλλους κλάδους, σύμφωνα με τον πρόεδρο των εργαζομένων Θεόδωρο Τσοπουρίδη. «Πέρα από εμάς και τις οικογένειές μας, υπάρχουν και άλλοι κλάδοι άμεσα συνδεδεμένοι με τη λειτουργία του εργοστασίου. Πρόκειται για μια αλυσίδα που περιλαμβάνει κτηνοτρόφους και αυτοκινητιστές, ειδικότητες που έχουν άμεση σχέση με την παραγωγή και τη διακίνηση του ελληνικού γάλακτος» υπογραμμίζει στη «ΜτΚ» ο κ. Τσοπουρίδης.
Οι διαβουλεύσεις των εργαζομένων με τη διοίκηση είναι συνεχείς και εξετάζεται το ενδεχόμενο τα στελέχη και οι εργαζόμενοι της εταιρείας, με την οποία έχει μετοχική σχέση και η Τράπεζα Πειραιώς, να ακολουθήσουν πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου.
Αίτημα της ΕΒΖ για υπαγωγή στο άρθρο 106
Στο πολυμελές πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης μεταφέρεται το ενδιαφέρον για το μέλλον της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, όπου αναμένεται να κριθεί το αίτημα για ένταξη στην προπτωχευτική διαδικασία του άρθρου 106. Το σχέδιο συμφωνίας πιστωτών προβλέπει τη διαγραφή χρεών ύψους 170 εκατ. ευρώ από τα συνολικά 220 εκατ. ευρώ και μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της ΕΒΖ (δύο εργοστάσια στη Σερβία και τα εργοστάσια σε Πλατύ και Λάρισα) αλλά και μέρος του παθητικού στην Τράπεζα Πειραιώς, που είναι ο κύριος πιστωτής.
Εφόσον προχωρήσει η διαδικασία του άρθρου 106, στόχος είναι την επόμενη διετία να προχωρήσει η ανασυγκρότηση και ο εκσυγχρονισμός του εργοστασίου στο Πλατύ και να επαναλειτουργήσει το 2022 ή στην καλύτερη περίπτωση το 2021. Βέβαια, το ζήτημα που προκύπτει είναι τι θα απογίνουν οι τευτλοπαραγωγοί και πώς θα συνεχίσουν την καλλιέργεια, αναμένοντας ένα, δύο ή και τρία χρόνια την επανέναρξη λειτουργίας της ΕΒΖ.
Οι 200 εργαζόμενοι θα έχουν τη δυνατότητα να μεταταχθούν σε άλλες υπηρεσίες του δημοσίου ή να ενταχθούν σε προσυνταξιοδοτικό πρόγραμμα. Παράλληλα, έχει κατατεθεί τροπολογία του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης για την ΕΒΖ, η οποία προβλέπει επιχορήγηση για την εξόφληση οφειλών που αφορούν δεδουλευμένες αποδοχές των εργαζομένων και απαιτήσεις τευτλοπαραγωγών, που είχαν συμβληθεί με την εταιρεία για την παραγωγή του έτους 2018.
Φωτεινή εξαίρεση η ΕΛ.ΒΙ.Ζ.
Από το Μάιο του 2012 ο όμιλος ΕΥΡΩΦΑΡΜ έχει αγοράσει το πακέτο των μετοχών της ΕΛ.ΒΙ.Ζ. Ήταν η πρώτη ιδιωτικοποίηση που έκανε η Αγροτική Τράπεζα και αφορούσε τα δύο εργοστάσια της εταιρείας στο Πλατύ και στην Ξάνθη. Όπως οι περισσότερες κρατικές επιχειρήσεις έτσι και η ΕΛ.ΒΙ.Ζ. είχε οδηγηθεί σε καθεστώς πλήρους απαξίωσης.
«Όταν ξεκινήσαμε τις διαπραγματεύσεις για την εξαγορά, η βιομηχανία απασχολούσε 105 άτομα προσωπικό και η παραγωγή ήταν τέσσερις φορές κάτω από τη σημερινή. Τα χρέη περίσσευαν, φτάνοντας τα 10 εκατ. ευρώ, οι ζημίες το 2012 ήταν 2.930.000 ευρώ και υπήρχαν κενά στο πελατολόγιο της εταιρείας» αναφέρει χαρακτηριστικά στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της ΕΛ.ΒΙ.Ζ. Βασίλης Χαλκίδης.
Πλέον η εταιρεία έχει ανακτήσει το επίπεδο αξιοπιστίας της, την εμπιστοσύνη των προμηθευτών αλλά και των τραπεζών.
«Η στρατηγική που ακολουθήσαμε άρχισε να έχει αποτέλεσμα σε μόλις δύο χρόνια λειτουργίας, αφού διορθώθηκαν οι δείκτες με την τακτοποίηση των πελατών, του προσωπικού, των υποχρεώσεων στα ασφαλιστικά ταμεία, στις τράπεζες και στην εφορία. Αυτήν τη στιγμή η ΕΛ.ΒΙ.Ζ. παρουσιάζει καθαρά κέρδη από 500.000 έως 800.000 ευρώ. Κάναμε μία θαρραλέα επιλογή μέσα σε δύσκολη οικονομική συγκυρία. Σήμερα το προσωπικό ανέρχεται στα 50 άτομα με τριπλάσια παραγωγή στο 1/3 του χρόνου. Παράλληλα, η δραστηριότητα της ΕΛ.ΒΙ.Ζ. έχει επεκταθεί στην παραγωγή ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς, ενώ ανοίγουμε συνεργασίες με τη Ρωσία και την Ουκρανία» υπογραμμίζει στη «ΜτΚ» ο κ. Χαλκίδης.
Η ελληνική βιομηχανία νοσεί βαριά και η βιομηχανική ζώνη Πλατέος δεν θυμίζει σε τίποτα τις ένδοξες ημέρες του παρελθόντος. Η επενδυτική ανάσα είναι άμεσα αναγκαία, ειδάλλως οι εξαγγελίες για ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας κινδυνεύουν να μείνουν στις καλένδες.
Οι μηχανές στα εργοστάσια άναψαν για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’60. Η ΕΒΖ αποτέλεσε το εφαλτήριο της προσπάθειας του κράτους για τη στήριξη των παραγωγών του μακεδονικού κάμπου μέσω της μεταποίησης. Λίγα χρόνια αργότερα, η μεγάλη κτηνοτροφική δραστηριότητα έδωσε ώθηση για την έναρξη λειτουργίας της τότε Nestle, ενώ ταυτόχρονα η ΕΛ.ΒΙ.Ζ. παρήγαγε τις απαραίτητες ζωοτροφές. Τα τρία αυτά εργοστάσια έδωσαν δουλειά σε εκατοντάδες ανθρώπους από σχεδόν ολόκληρη την Κεντρική Μακεδονία, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής.
«Εργάστηκα από το 1983 στην ΕΒΖ και πέρασα από όλα τα πόστα. Θυμάμαι την περίοδο που οι μηχανές ξεκινούσαν να λειτουργούν από νωρίς το πρωί, παραγωγοί και προμηθευτές σχημάτιζαν ουρά, για να παραδώσουν και να παραλάβουν εμπόρευμα», σχολιάζει στη «ΜτΚ» ο Θωμάς Γκουντάντσης, συνταξιούχος εργαζόμενος της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζαχάρεως. Και συνεχίζει: «Υπήρξαν λάθος κυβερνητικοί χειρισμοί με τη διατίμηση της ζάχαρης λίγο πριν από το 2000. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τις σοβαρότατες ελλείψεις σε ένα βασικό αγαθό διατροφής και την εκτόξευση των τιμών της».
Τα πρώτα σύννεφα στη βιομηχανική ζώνη του Πλατέος άρχισαν να εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όμως την εποχή των παχιών αγελάδων ουδείς ενδιαφέρθηκε πραγματικά για το μέλλον. Στρατιές διορισμών, ανεξέλεγκτη εισαγωγή πρώτων υλών, αδυναμία αντικατάστασης του τεχνολογικά απαρχαιωμένου εξοπλισμού και φυσικά ο υπέρογκος δανεισμός ήταν οι βασικοί παράγοντες που συνθέτουν μία εικόνα παρακμής και οδήγησαν τις βιομηχανίες στο μαρασμό.
«Τίτλοι τέλους» για το Γάλα Βλάχας
Το εργοστάσιο γάλακτος στο Πλατύ Ημαθίας δημιουργήθηκε το 1975 από τη Nestle, σε μία εποχή που το γάλα στη βιομηχανοποιημένη του μορφή ήταν μία καινοτομία με λαμπρές προοπτικές μπροστά του. Το συγκεκριμένο εργοστάσιο με το σήμα «Γάλα Βλάχας» έζησε μεγάλες δόξες και πολύ αργότερα, τον Οκτώβριο του 2005, όταν η Nestle αποφάσισε να εξέλθει από την αγορά του εβαπορέ, εξαγοράστηκε από την τότε ΔΕΛΤΑ έναντι τιμήματος 2,8 εκατ. ευρώ. Το τελευταίο διάστημα το εργοστάσιο υπολειτουργούσε καθώς είχε λήξει η συνεργασία με την ελβετική εταιρεία, για λογαριασμό της οποίας συσκεύαζε προϊόντα γάλακτος. Για να φτάσουμε πριν από λίγες μέρες στην ανακοίνωση της διοίκησης προς τους εργαζόμενους ότι αναστέλλεται η λειτουργία του.
«Η συνεχώς μεταβαλλόμενη και εξελισσόμενη, και στη χώρα μας αλλά και διεθνώς, αγορά γάλακτος» οδήγησε στην απόφαση για παύση εργασιών, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της η εταιρεία, για να καταλήξει: «Το εργοστάσιο έπειτα από 45 χρόνια συνεχούς λειτουργίας εμφανίζει μεγάλες ανάγκες κτιριακού και μηχανολογικού εκσυγχρονισμού. Η αντιμετώπιση της παραγωγικής διαδικασίας μελετάται από την εταιρεία και θα ενταχθεί σε επόμενα επενδυτικά πλάνα»…
Το πλήγμα από τη διακοπή λειτουργίας του πρώην εργοστασίου της Nestle (νυν ΔΕΛΤΑ) αναμένεται να μετακυλίσει και σε άλλους κλάδους, σύμφωνα με τον πρόεδρο των εργαζομένων Θεόδωρο Τσοπουρίδη. «Πέρα από εμάς και τις οικογένειές μας, υπάρχουν και άλλοι κλάδοι άμεσα συνδεδεμένοι με τη λειτουργία του εργοστασίου. Πρόκειται για μια αλυσίδα που περιλαμβάνει κτηνοτρόφους και αυτοκινητιστές, ειδικότητες που έχουν άμεση σχέση με την παραγωγή και τη διακίνηση του ελληνικού γάλακτος» υπογραμμίζει στη «ΜτΚ» ο κ. Τσοπουρίδης.
Οι διαβουλεύσεις των εργαζομένων με τη διοίκηση είναι συνεχείς και εξετάζεται το ενδεχόμενο τα στελέχη και οι εργαζόμενοι της εταιρείας, με την οποία έχει μετοχική σχέση και η Τράπεζα Πειραιώς, να ακολουθήσουν πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου.
Αίτημα της ΕΒΖ για υπαγωγή στο άρθρο 106
Στο πολυμελές πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης μεταφέρεται το ενδιαφέρον για το μέλλον της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, όπου αναμένεται να κριθεί το αίτημα για ένταξη στην προπτωχευτική διαδικασία του άρθρου 106. Το σχέδιο συμφωνίας πιστωτών προβλέπει τη διαγραφή χρεών ύψους 170 εκατ. ευρώ από τα συνολικά 220 εκατ. ευρώ και μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της ΕΒΖ (δύο εργοστάσια στη Σερβία και τα εργοστάσια σε Πλατύ και Λάρισα) αλλά και μέρος του παθητικού στην Τράπεζα Πειραιώς, που είναι ο κύριος πιστωτής.
Εφόσον προχωρήσει η διαδικασία του άρθρου 106, στόχος είναι την επόμενη διετία να προχωρήσει η ανασυγκρότηση και ο εκσυγχρονισμός του εργοστασίου στο Πλατύ και να επαναλειτουργήσει το 2022 ή στην καλύτερη περίπτωση το 2021. Βέβαια, το ζήτημα που προκύπτει είναι τι θα απογίνουν οι τευτλοπαραγωγοί και πώς θα συνεχίσουν την καλλιέργεια, αναμένοντας ένα, δύο ή και τρία χρόνια την επανέναρξη λειτουργίας της ΕΒΖ.
Οι 200 εργαζόμενοι θα έχουν τη δυνατότητα να μεταταχθούν σε άλλες υπηρεσίες του δημοσίου ή να ενταχθούν σε προσυνταξιοδοτικό πρόγραμμα. Παράλληλα, έχει κατατεθεί τροπολογία του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης για την ΕΒΖ, η οποία προβλέπει επιχορήγηση για την εξόφληση οφειλών που αφορούν δεδουλευμένες αποδοχές των εργαζομένων και απαιτήσεις τευτλοπαραγωγών, που είχαν συμβληθεί με την εταιρεία για την παραγωγή του έτους 2018.
Φωτεινή εξαίρεση η ΕΛ.ΒΙ.Ζ.
Από το Μάιο του 2012 ο όμιλος ΕΥΡΩΦΑΡΜ έχει αγοράσει το πακέτο των μετοχών της ΕΛ.ΒΙ.Ζ. Ήταν η πρώτη ιδιωτικοποίηση που έκανε η Αγροτική Τράπεζα και αφορούσε τα δύο εργοστάσια της εταιρείας στο Πλατύ και στην Ξάνθη. Όπως οι περισσότερες κρατικές επιχειρήσεις έτσι και η ΕΛ.ΒΙ.Ζ. είχε οδηγηθεί σε καθεστώς πλήρους απαξίωσης.
«Όταν ξεκινήσαμε τις διαπραγματεύσεις για την εξαγορά, η βιομηχανία απασχολούσε 105 άτομα προσωπικό και η παραγωγή ήταν τέσσερις φορές κάτω από τη σημερινή. Τα χρέη περίσσευαν, φτάνοντας τα 10 εκατ. ευρώ, οι ζημίες το 2012 ήταν 2.930.000 ευρώ και υπήρχαν κενά στο πελατολόγιο της εταιρείας» αναφέρει χαρακτηριστικά στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της ΕΛ.ΒΙ.Ζ. Βασίλης Χαλκίδης.
Πλέον η εταιρεία έχει ανακτήσει το επίπεδο αξιοπιστίας της, την εμπιστοσύνη των προμηθευτών αλλά και των τραπεζών.
«Η στρατηγική που ακολουθήσαμε άρχισε να έχει αποτέλεσμα σε μόλις δύο χρόνια λειτουργίας, αφού διορθώθηκαν οι δείκτες με την τακτοποίηση των πελατών, του προσωπικού, των υποχρεώσεων στα ασφαλιστικά ταμεία, στις τράπεζες και στην εφορία. Αυτήν τη στιγμή η ΕΛ.ΒΙ.Ζ. παρουσιάζει καθαρά κέρδη από 500.000 έως 800.000 ευρώ. Κάναμε μία θαρραλέα επιλογή μέσα σε δύσκολη οικονομική συγκυρία. Σήμερα το προσωπικό ανέρχεται στα 50 άτομα με τριπλάσια παραγωγή στο 1/3 του χρόνου. Παράλληλα, η δραστηριότητα της ΕΛ.ΒΙ.Ζ. έχει επεκταθεί στην παραγωγή ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς, ενώ ανοίγουμε συνεργασίες με τη Ρωσία και την Ουκρανία» υπογραμμίζει στη «ΜτΚ» ο κ. Χαλκίδης.
Η ελληνική βιομηχανία νοσεί βαριά και η βιομηχανική ζώνη Πλατέος δεν θυμίζει σε τίποτα τις ένδοξες ημέρες του παρελθόντος. Η επενδυτική ανάσα είναι άμεσα αναγκαία, ειδάλλως οι εξαγγελίες για ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας κινδυνεύουν να μείνουν στις καλένδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.