Quantcast

http://picasion.com/
http://picasion.com/

Τι γιορτάζουμε σήμερα - Τι συμβολίζει και τι μας διδάσκει η Μεγάλη Τρίτη

Το τροπάριο της Κασσιανής
Σήμερα είναι Μεγάλη Τρίτη, η δεύτερη μέρα των Αγίων Παθών του Χριστού. Τελείται η Ακολουθία του Νυμφίου, ενώ η Εκκλησία θυμάται την παραβολή των δέκα παρθένων και την παραβολή των ταλάντων, που διδάσκουν την προνοητικότητα αλλά και την εργατικότητα. Σύμφωνα με την πρώτη παραβολή, δέκα
παρθένες, πέντε φρόνιμες και πέντε μωρές, βγήκαν να υποδεχθούν τον Νυμφίο, δηλαδή τον γαμπρό, κάποιο βράδυ. Κρατούσαν και οι δέκα από ένα λυχνάρι, όμως μόνο οι πέντε από αυτές είχαν φροντίσει να πάρουν και επιπλέον λάδι, σε περίπτωση που τους χρειαστεί. Αυτές οι πέντε ήταν οι σώφρονες, οι γνωστικές δηλαδή. 

Ο Νυμφίος, όμως, άργησε να έρθει και οι δέκα παρθένες κοιμήθηκαν. Αργά την νύχτα, μια φωνή ακούστηκε να λέει: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός». Τότε αυτές ξύπνησαν και έτρεξαν για να προϋπαντήσουν τον Νυμφίο. Στα λυχνάρια όμως το λάδι είχε καεί. Οι πέντε γνωστικές παρθένες, έβαλαν το επιπλέον λάδι που είχαν προβλέψει να πάρουν μαζί τους και πήγαν να Τον συναντήσουν. Οι υπόλοιπες πέντε, όμως, οι άμυαλες έχασαν την ευκαιρία, αφού τα λυχνάρια τους ήταν σβηστά. Τότε ο Ιησούς είπε: «Έτσι είναι και η Βασιλεία του Θεού, όποιος φροντίσει από πριν για την ψυχή του θα εισέλθει στο Βασίλειο του Νυμφίου.»

Σύμφωνα με την παραβολή των Ταλάντων, κάποτε ένας άρχοντας θα πήγαινε ένα μακρινό ταξίδι. Πριν φύγει, κάλεσε τους τρεις υπηρέτες του και τους έδωσε μερικά Τάλαντα, δηλαδή χρήματα. Στον πρώτο υπηρέτη έδωσε πέντε τάλαντα. Στον δεύτερο έδωσε δύο, ενώ στον τρίτο έδωσε ένα τάλαντο. Όταν γύρισε από το ταξίδι, κάλεσε ξανά τους υπηρέτες του και ζήτησε να του πουν τι είχαν κάνει με τα χρήματα που τους είχε δώσει. 

Ο πρώτος μετά από σκληρή εργασία είχε καταφέρει να διπλασιάσει το αρχικό ποσό, και επέστρεψε στον κύριο του δέκα τάλαντα. Το ίδιο είχε κάνει και ο δεύτερος και έτσι κατάφερε να επιστρέψει τέσσερα τάλαντα. Ο τρίτος όλο το διάστημα της απουσίας του κυρίου του, δεν εργάστηκε καθόλου. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ένιωθε και αδικημένος, επειδή είχε πάρει μόνο ένα τάλαντο. Έτσι, επιστρέφοντας αυτό το τάλαντο, κατηγόρησε τον άρχοντα για την αδικία που είχε υποστεί. Ο άρχοντας, τότε, πήρε αυτό το τάλαντο και το έδωσε στον πρώτο μαζί με τα άλλα δέκα. Με την παραβολή αυτή, ο Ιησούς δίδαξε ότι οι άνθρωποι πρέπει να καλλιεργούν τα χαρίσματα που τους δίνει ο Θεός, όχι μόνο για το δικό τους καλό αλλά και για το καλό του συνόλου.


Στον εσπερινό της Μεγάλης Τρίτης ακούγεται ένα από τα ωραιότερα τροπάρια της εκκλησιαστικής υμνογραφίας: Το τροπάριο της Κασιανής. Όπως λέει και το όνομα του, υμνογράφος του τροπαρίου αυτού είναι η Κασιανή, μια μοναχή της Βυζαντινής εποχής, προικισμένη με το χάρισμα  να γράφει εκπληκτικούς στίχους.


ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΙΑΝΗΣ

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες
σαν ένιωσε τη Θεότητά Σου, γίνηκε μυροφόρα και Σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό Σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
Εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
Εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια Σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων Σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ